ΜΥΑΣΘΕΝΕΙΑ
Η μυασθένεια Gravis είναι ένα αυτοάνοσο νόσημα του νευρικού συστήματος που εμφανίζεται με μια συχνότητα περίπου 5 περιπτώσεις ανά 100.000 και εμφανίζεται με μία ημερήσια διακύμανση συμπτωμάτων (κάματος συγκεκριμένων μυϊκών ομάδων με επιδείνωση στην πάροδο της ημέρας). Η εντόπιση της δυσλειτουργίας είναι στην νευρομυϊκή σύναψη, με κατάληψη των υποδοχέων της ακετυλοχολίνης από αντισώματα που παράγει ο ίδιος ο οργανισμός. Η ακετυλοχολίνη είναι ένας νευροδιαβιβαστής, απαραίτητος για την συστολή των μυϊκών ινών. Άρα όταν μπλοκάρεται ο συγκεκριμένος νευροδιαβιβαστής παρουσιάζονται τα συμπτώματα της μυασθένειας.
Συμπτώματα
Τα συμπτώματα της μυασθένειας είναι η βλεφαρόπτωση, διπλωπία, η δυσχέρεια ομιλίας, δυσκαταποσία, η πτώση της κεφαλής και η αδυναμία άνω και κάτω άκρων. Σε προχωρημένες μορφές παρουσιάζεται και κάματος των αναπνευστικών μυών. 10 έως 20% των ασθενών με μυασθένεια gravis έχει όγκο του θύμου αδένα ενώ το 70% έχει υπερπλασία του θύμου αδένα ευρήματα που υποδηλώνουν τον αυτοάνοσο μηχανισμό εμφάνισης της νόσου.
Θεραπεία
Η θεραπεία της μυασθένειας περικλείει την χορήγηση φαρμάκων κατά της ακετυλοχολινεστεράσης, τη χορήγηση ανοσοκατασταλτικών φαρμάκων, την πλασμαφαίρεση, τη χορήγηση ανοσοσφαιρίνης και τη χορήγηση νέων στοχευμένων φαρμάκων. Θέση έχει και η θυμεκτομή με σκοπό την αύξηση της πιθανότητας της βελτίωσης η πλήρους ύφεσης των συμπτωμάτων και μείωση της φαρμακευτικής αγωγής.